Προκειμένου για ακίνητο εντός σχεδίου, για το οποίο κρίνεται απαραίτητη η επιβολή περιορισμών για την προστασία μνημείου (αρχαιολογικού χώρου), οφείλει να αναζητήσει τη βέλτιστη λύση που θα συνδυάζει την ανάδειξη – προστασία του μνημείου με τη δυνατότητα ανοικοδόμησης του ακινήτου, ώστε να μη θίγεται ουσιωδώς το δικαίωμα ιδιοκτησίας επ΄ αυτού, σε περίπτωση δε, κατά την οποία κριθεί αναγκαία η απαγόρευση δόμησης, που όπως έχει κριθεί (ΣτΕΟλ 3146/1986), συνιστά ουσιώδη περιορισμό της ιδιοκτησίας κατά τον προορισμό της και εφ΄όσον δεν προχωρήσει απ΄ευθείας σε εξαγορά ή αναγκαστική απαλλοτρίωση του ακινήτου, έχει την υποχρέωση να εξετάσει, αν συντρέχει δικαίωμα αποζημίωσης του θιγόμενου ιδιοκτήτη και να καθορίσει το ύψος αυτής.
“Περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτων προς συντήρησιν ή ανεύρεσιν αρχαιοτήτων”
Προς συντήρησιν μνημείων, λόφων, υψωμάτων, ή έν γένει αντικειμένων εχόντων αρχαιολογικήν αξίαν, ή πρός ερεύνας αρχαιολογικάς δι΄ ανασκαφών ή άλλως, επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωσις ακινήτων λόγω δημοσίας ανάγκης.
NΟΜΟΣ BPΞZ’/1893 / (ΦEK 34/A’/18.2.1893) / Άρθρο 1.
Προς εξυπηρέτησιν των αναγκών υδρεύσεως και συντηρήσεως των μουσείων και των παρ’ αυτοίς κήπων και αρχαιολογικών ιδρυμάτων επιτρέπεται διά Π.Δ/τος προκαλουμένου υπό του επί της Παιδείας και Θρησκευμάτων Yπουργού, λόγω δημοσίας ωφελείας, η αναγκαστική απαλλοτρίωσις πηγαίων υδάτων και των αναγκαίων πρός διοχέτευσιν τούτων εκτάσεων. Ως πρός τήν διαδικασίαν τής απαλλοτριώσεως εφαρμόζονται κατά τά λοιπά αί διατάξεις του [Nόμ. ΓπNΆ, ώς αυθεντικώς ηρμηνεύθη διά του Nόμ. 103]
N.4823/1930 (ΦEK 245/Α’/18.7.1930), άρθρο 2
”Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. 4823 “Περί ανεγέρσεως, επισκευής και συντηρήσεως αρχαιολογικών μουσείων”
Περιουσίαι αρχαίων εκκλησιών έχουσων ιστορικήν ή καλλιτεχνικήν αξίαν και κειμένων εντός αρχαιολογικών χώρων, αποφάσει Yπουργού της Παιδείας, μετά γνώμην του Aρχαιολογικού Συμβουλίου διατίθενται πρός συντήρησιν, επισκευήν καί ευπρεπισμόν εν γένει αυτών καί των έν χώρω υπαρχόντων μνημείων και εις την απαλλοτρίωσιν υπαρχουσών τυχόν έν τω χώρω ιδιωτικών κτήσεων, κωλυουσών την ευπρεπή εμφάνισιν ή την έρευναν του χώρου, επιτρεπομένης και της εκποιήσεως οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας των εν λόγω εκκλησιών.
Tα της διοικήσεως και διαχειρίσεωςτων ως άνω περιουσιών πρός πραγματοποίησιν του ανωτέρου διαγραφομένου σκοπού και εν γένει τά της εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως θέλουν κανονισθή διά Π. Δ/των, εκδιδομένων προτάσει των υπουργών Παιδείας και Oικονομικών.
Ν. 5046/1931 (ΦΕΚ 166/Α’/24.6.1931), άρθρο 6
“Περί κωδικοποιήσεως των διατάξεων του Νόμ. 5351 ώς και των εν ισχύϊ σχετικών διατάξεων των Νομ. ΒΧΜΣΤ’, 2447, 491, 4823 και του Ν.Δ. της 12/16 Ιούν. 1926 εις εν ενιαίον κείμενον νόμου, φέρον τον αρίθ. 5351 και τον τίτλον “περί αρχαιοτήτων”
Άρθρο 8.
Eάν υπάρχωσι ή ευρεθώσι τυχαίως εν ιδιωτικώ κτήματι αρχαία κτίρια ή άλλα αρχαία μή δυνάμενα νά μετακινηθώσιν, εάν είναι άξια λόγου καί πρέπει νά διατηρηθώσιν, ο κύριος τού κτήματος αμείβεται μόνον διά τήν αξίαν τού χώρου, όν τό αρχαίον καταλαμβάνει, εκτιμωμένου τούτου κατά τήν ανωτάτην τρέχουσαν αξίαν ομοίων κτημάτων εν τή περιφερεία ηυξημένην κατά 10%.
Άρθρο 9.(1)
- Περί τού διατηρητέου ακινήτου αρχαίου αποφαίνεται τό βραδύτερον εντός μηνός από τής δηλώσεως αυτού ο αρχαιολογικός έφορος, εν ή δέ περιπτώσει ευρίσκεται ούτος εν αμφιβολία, επιτροπήεκ τριών εφόρων οριζομένων υπό τού Yπουργείου, εντός δύο τό πολύ μηνών από τής δηλώσεως. Mετά πάροδον διμήνου από τής δηλώσεως ευρέσεως τού αρχαίου, εάν δέν ελήφθη απόφασίς τις περί αυτού, ο ιδιοκτήτης δικαιούται είς αποζημίωσιν διά τήν παρακώλυσιν τής χρήσεως τής ιδιοκτησίας αυτού(2). Παρελθόντος έτους από τής ημέρας τής δηλώσεως τής ευρέσεως τού αρχαίου, άν δέν ελήφθη εισέτι απόφασίς τις περί αυτού, ο ιδιοκτήτης δύναται νά θεωρήση τούτο ώς μή διατηρητέον. O αρμόδιος αρχαιολογικός έφορος είναι υπεύθυνος διά τήν προσήκουσαν ενέργειαν πρός έγκαιρον εκτέλεσιν τών διατυπώσεων πρός απόφασιν περί τού διατηρητέου ακινήτου αρχαίου. Eάν είναι ανάγκη δοκιμαστικής σκαφής πρός εξακρίβωσιν τής σπουδαιότητος ακινήτου αρχαίου, δύναται ο αρχαιολογικός έφορος ή ο επιμελητής νά προβαίνη αμέσως είς ταύτην γνωρίζων τούτο τώ Yπουργείω, καί συνεννοούμενος περί τής δαπάνης (άρθρ. 8, Nόμ.5351).
- Η ως άνω σημειουμένη ενιαύσιος προθεσμία ισχύει και δια πάσαν αίτησιν ιδιώτου περί οικοδομήσεως ή εκτελέσεως οιουδήποτε έργου, συμφώνως προς το άρθρον 51 του παρόντος Νόμου, εφ’ όσον δια την λήψιν αποφάσεως χρειάζεται η εκτέλεσις ανασκαφής ή οιασδήποτε χωροταξικής ή άλλης μελέτης. Εν ή περιπτώσει, δεν χρειάζεται τοιαύτη εργασία ή μελέτη, η προθεσμία απαντήσεως ορίζεται μέχρι διμήνου, προκειμένου ιδία περί τόπων ευρισκομένων μακράν της έδρας της περιφερειακής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Μετά την παρέλευσιν της ως άνω καθοριζομένης προθεσμίας, η αρμοδία ετέρα κρατική αρχή δύναται να εκδώση την ζητουμένην άδειαν και άνευ συγκαταθέσεως της αρμοδίας υπηρεσίας της Γενικής Διευθύνσεως [Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων]. Προκειμένου περί αρχαιολογικών απαλλοτριώσεων το Αρχαιολογικόν Συμβούλιον υποχρεούται εις την άμεσον και κατ΄απόλυτον προτεραιότητα διενέργειαν των οικείων υποθέσεων, εντός του ταχυτέρου χρονικού διαστήματος.”
Άρθρο 44.
Προκειμένου περί ανασκαφής ενεργηθησομένης εν ιδιωτικώ κτήματι υπό τής αρχαιολογικής Eταιρείας ή υπό τινος τών ξένων αρχαιολογικών Σχολών, η μέν απαλλοτρίωσις ενεργείται κατά τούς ισχύοντας Nόμους υπέρ τού Kράτους, τό δέ τίμημα καταβάλλει τό ανασκάπτον ίδρυμα.
Άρθρο 51.
Iδιώτης όστις παρακωλύεται νά ενεργήση εν τώ κτήματί του οιανδήποτε πράξιν απαγορευομένην διά τού προηγουμένου άρθρου, δύναται νά ζητήση τήν απαλλοτρίωσιν τού κτήματός του, εάν δέν γίνη αύτη μετά πάροδον διετίας από τής υποβολής τής αιτήσεως, ο ιδιώτης δύναται νά διαθέση τό κτήμα του κατά βούλησιν. Eίς αναγκαστικήν απαλλοτρίωσιν τών τοιούτων κτημάτων δύναται τό Δημόσιον νά προβαίνη καί μετά τήν πάροδον τής διετίας (άρθρ. 24, Nόμ. 5351).
Κ. Ν. 5351/1932 (ΦEK 275/Α’/24.8.1932), άρθρα 8 – 9, 44, 51
“Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας της διεπούσης την Υπηρεσίαν Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως και Ταμείον Απαλλοτριώσεων Αρχαιολογικών Χώρων”
Άρθρο 10
- Aστικά ή αγροτικά ακίνητα ή κλασματικά επ’ αυτών δικαιώματα, αναγκαιούντα, κατ’ απόφασιν του Aρχαιολογικού Συμβουλίου, διά τήν εκτέλεσιν μουσειακών έργων ή διά τήν βελτίωσιν του περιβάλλοντος μουσειακών κτισμάτων, δύναται να απαλλοτριούνται αναγκαστικώς υπέρ του Δημοσίου, λόγω δημοσίας ωφελείας.
N.4177/1961 (ΦEΚ 131/Α’/19.8.1961), άρθρο 10, παρ. 4
“Περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων”
ΣΥΝΤΕΛΕΣΙΣ ΤΗΣ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΣ
Άρθρον 7 – Τρόπος συντελέσεως της απαλλοτριώσεως.
- Συντέλεσις της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτου, επιφέρουσα κτήσιν της κυριότητος ή του συσταθέντος επί αλλοτρίου πράγματος εμπραγμάτου παρά του υπέρ ου η τοιαύτη απαλλοτρίωσις, επέρχεται από της εις τον δικαιούχον καταβολής της προσδιορισθείσης προσωρινώς ή οριστικώς αποζημιώσεως, κατά τα άρθρ. 18 και επόμενα του παρόντος, ή από της δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως της γενομένης εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων, κατά το άρθρ. 8 του παρόντος καταθέσεως της αποζημιώσεως ταύτης. Εάν υπόχρεων προς καταβολήν της αποζημιώσεως είναι το Δημόσιον, η συντέλεσις της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως επέρχεται και από της υπέρ του δικαιούχου της αποζημιώσεως εκδόσεως του οικείου χρηματικού εντάλματος πληρωμής.
- Συντελεσθείσης, κατά τα εν τη παρ. 1 οριζόμενα, της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, ο υπέρ ου ταύτη υποχρεούται όπως επιμεληθή αμελλητί της μεταγραφής εις τα οικεία βιβλία μεταγραφών της αποφάσεως κηρύξεως αυτής, συνοδευομένης υπό της πράξεως εξοφλήσεως της αποζημιώσεως, ή της δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως της παρακαταθέσεως ταύτης, ή του εκδοθέντος οικείου χρηματικού εντάλματος πληρωμής. Η μεταγραφή αύτη δύναται να ενεργηθεί και επιμελεία παρόντος ενδιαφερομένου.
Άρθρον 9 – Συνέπειαι της συντελέσεως της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως.
- Συντελεσθείσης της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, ο ιδιοκτήτης του απαλλοτριωθέντος, πας νομεύς ή κάτοχος τούτου, ως και οιοσδήποτε τρίτος, έλκων δικαιώματα εξ’ αυτών, υποχρεούται, όπως, επί τη εγγράφω προσκλήσει του υπέρ ου η τοιαύτη απαλλοτρίωσις, παραδώση το απαλλοτριωθέν ελεύθερον εις τούτον εντός δέκα ημερών.
- Αρνουμένου του ιδιοκτήτου, του νομέως ή κατόχου του απαλλοτριωθέντος, ή παντός τρίτου έλκοντος δικαιώματα εξ αυτών, να παραδώσει τούτο ελεύθερον, ως ορίζει η προηγουμένη παράγραφος, διατάσσεται η αποβολή αυτού, κατά την προβλεπομένην του άρθρ. 18 του παρόντος ειδικήν διαδικασίαν.
- Συντελεσθείσης της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, παν εμπράγματον δικαίωμα επί του απαλλοτριωθέντος οιουδήποτε τρίτου, μετασχόντος ή μη, έτι και μη προσκληθέντος εις την δίκην περί προσωρινού ή οριστικού προσδιορισμού της αποζημιώσεως, τρέπεται εφ’ εξής εις ενοχικήν αξίωσιν επί της παρακαταθείσης αποζημιώσεως ή κατά του οπωσδήποτε εισπράξαντος την αποζημίωσιν ή του υπέρ ου εξεδόθη το χρηματικόν ένταλμα πληρωμής.
ΑΝΑΚΛΗΣΙΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΣ
Άρθρον 11 – Αυτοδικαία ανάκλησις αναγκαστικής απαλλοτριώσεως.
2. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση για τη συντήρηση ή ανεύρεση αρχαιοτήτων και γενικά για αρχαιολογικούς σκοπούς θεωρείται ωσαύτως αυτοδικαίως ανακληθείσα, εφόσον εντός οκταετίας από την κήρυξη αυτής δεν ήθελε καθορισθεί, δικαστικώς ή εξωδίκως, η ένεκα ταύτης προσωρινή ή οριστική αποζημίωση, Εξαιρούνται από τη ρύθμιση της παραγράφου αυτής οι απαλλοτριώσεις για εφαρμογή σχεδίων πόλεων γενικά”.
3. Η κατά τα παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου αυτοδικαίως επερχομένη ανάκλησις αναγκαστικής απαλλοτριώσεως θεωρείται μη γενομένη εις ην περίπτωσιν, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της εκπνοής των εν ταις παραγράφοις ταύτες προθεσμιών, ο καθ’ ου η απαλλοτρίωσις υποβάλλει εις την Διεύθυνσιν Απαλλοτριώσεων του Υπουργείου Οικονομικών έγγραφον δήλωσιν, περί του ότι επιθυμεί την περαιτέρω διατήρησιν της απαλλοτριώσεως”.
6. Αναγκαστικαί απαλλοτριώσεις δια …..αρχαιολογικούς σκοπούς, δύναται να κηρυχθούν εκ νέου, συντρεχουσών των λοιπών νομίμων προϋποθέσεων, μετά πάροδον τριμήνου από της αυτοδικαίας ή μη ανακλήσεως αυτών. Κατά την διάρκειαν του ως άνω, κατά περίπτωσιν, χρονικού διαστήματος δεν κωλύεται η Διοίκησις να χωρήση εις τας κατά νόμον προκαταρκτικάς ενεργείας δια την κήρυξιν της απαλλοτριώσεως.
…..
Άρθρον 30 – Ποινικαί και Πειθαρχικαί Κυρώσεις
- Ο εκ προθέσεως υποδεικνύων ψευδή όρια ή προσάγων εικονικούς τίτλους ή παρεμβαίνων εις σχετικήν δίκην υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα, προς υποστήριξιν ανυπάρκτων δικαιωμάτων επί απαλλοτριωθέντος ακινήτου, είτε εαυτού είτε άλλου, δια λογαριασμόν του οποίου ενεργεί, τιμωρείται υπό του Πλημμελειοδικείου του τόπου του ακινήτου με φυλάκισιν και χρηματικήν ποινήν μέχρις εκατόν χιλιάδων δραχμών, επιφυλασσομένων των τυχόν βαρυτέρων ποινών του Ποινικού Κώδικος.
- Οι κατά τας διατάξεις του παρόντος αρμόδιοι δικασταί ή διοικητικοί υπάλληλοι έχουν ηυξημένον καθήκον, όπως τηρούν αυστηρώς τας υπό του παρόντος προβλεπομένας προθεσμίας, εντός των οποίων οφείλουν να εκτελούν τας ανατιθεμένας αυτοίς αρμοδιότητας. Η παραμέλησις των προθεσμιών τούτων συνιστά σοβαρόν πειθαρχικόν παράπτωμα, τιμωρούμενον κατά τας κειμένας διατάξεις.
N. Δ. 797/1971 (ΦEK 38/Α’/16.2.1971), άρθρα 7, 9, 11 (παρ. 1 εδ. 3, παρ. 3 και 6 εδ. 2 – 3), 30
“Αναμόρφωση συλλογικών οργάνων γνωμοδοτικής και αποφασιστικής αρμοδιότητος του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών και των εποπτευομένων απ’ αυτό Δημοσίων Υπηρεσιών”
Έχοντας υπόψη:
Κ.Υ.Α. αρ. 5 οίκ. 25860/26.4.1982 (ΦΕΚ 216/Β’/26.4.1982), άρθρο 3, παρ. 14α
- Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 4 του Νόμ. 1232/1982 “επαναφορά κλπ.”
- αποφασίζουμε:
ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Άρθρο 3 – Ευκαιριακές Επιτροπές
- Οι διατάξεις που προβλέπουν τη δυνατότητα συστάσεως ή συνθέσεως ή συγκροτήσεως όλων των ευκαιριακών επιτροπών, στο μέλλον διατηρούνται σε ισχύ.
“14. α) Διατηρούνται οι επιτροπές που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρ. 4, 9, 11 και 40 του Κ. Νόμ. 5351/32 “Περί αρχαιοτήτων” και λειτουργούν σύμφωνα με αυτές και με την ίδια σύνθεση”.(1)